Η εισήγηση των ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΥ ΕΥΓΕΝΙΑ- ΠΑΠΑΚΩΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΕΛΕΝΗ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΠΑΝΟΥ ΑΝΤΩΝΙΑ στο συνέδριο του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων «Αττική σε κρίση», Οκτώβριος 2017
Ακαδημία Πλάτωνος
“Τα σημερινά συμπτώματα της κρίσης: εκδηλώσεις χρόνιας κοινωνικής και πολεοδομικής νόσου”
Περιεχόμενα
- Περίληψη
2. Εισαγωγή
3. Χρονικές Περίοδοι Διαμόρφωσης της δομής του χώρου και της παθογένειάς του.
α. Ιστορικές αναφορές και πρώτη περίοδος διαμόρφωσης.
β. 1949-1974: Μετεμφυλιακή Περίοδος- Μεταπολεμική Αστικοποίηση.
γ. 1974-1990: Περίοδος Μεταπολίτευσης.
δ. 1991-2008 Περίοδος αστικής παρεμβατικότητας. ε. 2008-σήμερα: Περίοδος οικονομικής κρίσης.
- Επίλογος
5. Βιβλιογραφία
1.Περίληψη
Η παρουσίαση αναδεικνύει τους λόγους για τους οποίους η περιοχή της Ακαδημίας Πλάτωνος έχει τη σημερινή γεωχωρική και δημογραφική-κοινωνική δομή.
Αναδεικνύει τους λόγους που τα θετικά χαρακτηριστικά της περιοχής δηλ. η εγγύτητά της στο ιστορικό κέντρο
της πρωτεύουσας ,η ύπαρξη σε αυτήν του αρχαιολογικού χώρου της Ακαδημίας Πλάτωνος , η εγγύτητά της
στο υδάτινο στοιχείο (Κηφισός, ρέματα κλπ.) έχουν μεταστραφεί κατ’ ουσία και διαχρονικά σε αρνητικά για τη ζωή των κατοίκων σε αυτή αλλά και των κατοίκων της πόλης συνολικά.
Επικεντρώνεται στο ότι τα σημερινά φαινόμενα της κρίσης στην περιοχή είναι απόρροια και επιστέγαση της όλης εξελικτικής πορείας της μέσα στο χρόνο, ότι είναι ένας συνδυασμός των τοπικών γεωμορφολογικών, κοινωνικών, ,ιστορικών και δημογραφικών παραγόντων -στην χρονική τους εξέλιξη – με τις ευρύτερες πολιτικές επιλογές τόσο τοπικού όσο και υπερτοπικού χαρακτήρα (σε επίπεδο πόλης, χώρας και ευρύτερων χωρικών ενσωματώσεων – Ε.Ε κλπ.) οι οποίες υποτάσσονται στα κατά εποχή κυρίαρχα οικονομικά συμφέροντα.
Ο συνδυασμός αυτός εκφράζεται με δύο σκέλη:
Α. Στη δομή και οργάνωση του χώρου σε όλες τις κλίμακες και στην παθογένειά τους
Β. Στα διαχρονικά προβλήματα του κοινωνικού ιστού
Η παρουσίαση αναφέρεται σε αυτά κατανέμοντας το χρόνο σε πέντε περιόδους.
1η Από την αρχική ένταξη στο Σχέδιο της περιοχής στα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι το τέλος του Β ́ Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφυλίου.
2η Από το 1949 μέχρι το 1974 Από το τέλος του εμφυλίου μέχρι τη Μεταπολίτευση
3η Από το 1974 μέχρι το 1990 Μεταπολίτευση – Ένταξη στην ΕΟΚ, Εποχή Μετάβασης
4η Από το 1990 μέχρι το 2008 Αποβιομηχάνιση—Ολυμπιακά έργα- Ε.Ε. ευρώ.
5η 2009 – σήμερα
Δημοσιονομική και Οικονομική κρίση – Ένταξη σε ευρωπαική και διεθνή εποπτεία – Χρέος Μέσω χαρτών και εικόνων σχολιάζει τις διαφορετικές περιόδους και τα κρίσιμα συμβάντα σε αυτές. Τα συμπεράσματα προκύπτουν αβίαστα.
- Εισαγωγή
Η Ακαδημία Πλάτωνος βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα της Αθήνας και υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αθηναίων. Οριοθετείται από τους δρόμους Λένορμαν-Bόρεια, Αθηνών-Nότια, Κωνσταντινουπόλεως-Ανατολικά και Κηφισού-Δυτικά. Συνορεύει βόρεια με τα Σεπόλια, νότια με Βοτανικό και Προφήτη Δανιήλ, ανατολικά με Κολωνό και το Μεταξουργείο ενώ προς τα δυτικά με την βιομηχανική περιοχή του Ελαιώνα. Αποκόπτεται από τις γύρω περιοχές με δρόμους ταχείας κυκλοφορίας, και επιπλέον στην Kωνσταντινουπόλεως με τη σιδηροδρομική γραμμή Πειραιά-Αθήνα –Πελοπονήσου.
Στην περιοχή μελέτης διακρίνονται δύο διαφορετικής ποιότητας περιοχές. Η βιοτεχνική ζώνη του ΒΙΟΠΑΠρόκειται για μία πυκνοδομημένη γειτονιά με πληθυσμό γύρω στους 17.000 κατοίκους (απογραφή 2011) και έκτασή 1.880 στρέμματα.
Η Ακαδημία Πλάτωνος, ως μια από τις κεντρικότερες συνοικίες των Αθηνών, αποτελεί γεωγραφικά και κοινωνικά έναν χώρο που επηρεάστηκε από τις πολλαπλές κοινωνικοπολιτικές παραμέτρους του 20ου αιώνα που καθόρισαν το κέντρο της πόλης.
3.Χρονικές Περίοδοι Διαμόρφωσης της δομής του χώρου και της παθογένειάς του.
α. Ιστορικές αναφορές.
Η τοποθεσία πρωτοκατοικήθηκε κατά την νεολιθική εποχή και παίρνει το όνομά της από το ιερό του ήρωα Ακάδημου. Στην αρχαία Αθήνα ήταν αποσπασμένη από
την πόλη και συνδεόταν με αυτή μέσω του Δίπυλου- Κεραμεικού και του «Δημόσιου Σήματος». Η πρώτη ιστορική αναφορά γίνεται τον 6ο π.Χ. αιώνα όπου υπήρχαν ιερά και οι εγκαταστάσεις ενός Γυμνασίου. Περί το 380 π.Χ. ο Πλάτωνας εγκαθιστά εκεί τη φιλοσοφική του σχολή, η οποία παραμένει και καθορίζει την τοποθεσία.
Η Ακαδημία του Πλάτωνα έκλεισε το 526 μ.Χ., την ίδια περίοδο με άλλες μεγάλες φιλοσοφικές σχολές της Αθήνας. Μετά από αυτό, η περιοχή ομογενοποιείται με την υπόλοιπη αγροτική έκταση του Ελαιώνα, ενώ η ονομασία της διασώζεται παραφθαρμένη ως «Καθήμια».
Στη σύγχρονη Αθήνα, μετά και τον ορισμό της ως πρωτεύουσας του νεοσύστατου κράτους το 1834, η
ένταση της οικοδομικής δραστηριότητας και οι επεκτάσεις του σχεδίου της πόλης είναι συνεχείς. Παρόλα αυτά η περιοχή βορειοδυτικά του Μεταξουργείου, που καλύπτεται αυτή την περίοδο από εκτάσεις με αμπέλια, δεν αποτελεί ελκυστικό τόπο εγκατάστασης. Το ρέμα του Κυκλοβόρου την διασχίζει και εκβάλει στο ονομαζόμενο έλος του «Προφήτη Δανιήλ». Από το 1870 ο Κυκλοβόρος δέχεται
το αποχετευτικό σύστημα του Μεταξουργείου ενώ και
μετά την μετατροπή του σε κλειστό αγωγό, το 1880, εξακολουθεί να παροχετεύει τα λήμματα. Αν και ο Κυκλοβόρος καλύπτεται και σταματά να είναι το φυσικό όριο προς τον Ελαιώνα, ωστόσο λίγα χρόνια αργότερα, κατά το 1884, δημιουργείται ένα νέο τεχνητό όριο, η σιδηροδρομική σύνδεση Πειραιώς-Αθηνών-Πελοποννήσου, που διχοτομεί την περιοχή και εμποδίζει την ελεύθερη εξάπλωση των κατοικιών. Την ίδια περίοδο δημιουργείται ένα ακόμη όριο, χαράζεται δηλαδή για πρώτη φορά ως δρόμος η μετέπειτα λεωφόρος Κωσταντινουπόλεως.
Το ανατολικό ωστόσο τμήμα του Ελαιώνα αποτελεί προσφιλή εξοχή των εγκατάσταση των πρώτων βιοτεχνιών όπως βυρσοδεψεία, κεραμοποιεία, αργιλοποεία κλπ, ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, στο βόρειο τμήμα του Ελαιώνα, θα καθορίσει τελικά την επέκταση της κατοικίας στην περιοχή της Ακαδημίας Πλάτωνος, η οποία συνδυάζει την εγγύτητα προς το βιομηχανικό τις βιομηχανίες –βιοτεχνίες του Ελαιώνα, το κέντρο την πόλης και τη σιδηροδρομική γραμμή Αθηνών- Πειραιά-Πελοποννήσου. Η γη αυτή κατοικούνταν αρχικά αυθαίρετα. Αν και τμήματα της περιοχής έχουν ενταχθεί στο σχέδιο πόλης από το 1887, η γειτονιά αποκτά επίσημα το όνομα Ακαδημία Πλάτωνος το 1908.
Στις αρχές πλέον του 20ου αιώνα, χαρακτηρίζεται
από έντονη ιδιοκατοίκηση, και κατοικείται από εργατικά στρώματα που τροφοδοτούν τις γειτονικές βιομηχανίες. Σημαντική πύκνωση του πληθυσμού της πραγματοποιείται κατά την Μικρασιατική καταστροφή το 1922, καθώς μεγάλο ποσοστό προσφύγων εγκαθίσταται στην
περιοχή – σε οργανωμένους οικισμούς δυτικά από τον Κηφισό , σε αυθαίρετη ως επι το πλείστον κατοίκηση
στην Ακαδημία Πλάτωνος. Νέο εργατικό δυναμικό και μικρασιάτικα δείγματα κουλτούρας σημειώνονται . Τα μεγάλα εργοστάσια που ανοίγουν, όπως το μεταξουργείο του Δουρούτη ,το υφαντουργείο Λαναρά και το κλωστουφαντουργείο Μουζάκη, ενεργοποιούν τις γνώσεις των μικρασιατών που εγκαθίστανται στην Ακαδημία.
Κατά τον εμφύλιο 1946-1949 στην περιοχή υπάρχει μεγάλος πυρήνας ανταρτών και αριστερών. Η περιοχή χαρακτηρίζεται από μια έντονη λαϊκή κοινωνική συνείδηση, που προσδίδει στις σχέσεις των κατοίκων μια επιπλέον δυναμικότητα, μιας και δε συνδέονται μόνο από γειτονία και συχνά κοινή καταγωγή, αλλά και από κοινά πιστεύω.
Παράλληλα,το 1929 ξεκινούν οι πρώτες ανασκαφές στον αρχαιολογικό χώρο, σε μεγάλο βαθμό λόγω προσωπικών πρωτοβουλιών,που στη συνέχεια εξελίσσονται σε κρατική ανασκαφή. Για πρώτη φορά, περιοχές της Ακαδημίας Πλάτωνος και του Κολωνού χαρακτηρίζονται ως αρχαιολογικοί χώροι το 1937.Α.Ν.809(ΦΕΚ 325/Α/17-8-1937).
β. 1949-1974: Μετεμφυλιακή Περίοδος- Μεταπολεμική Αστικοποίηση.
Ιδιαίτερα κρίσιμη θεωρείται η περίοδος μετά το Β ́ Παγκόσμιο και τον εμφύλιο πόλεμο καθώς η περιοχή μετασχηματίζεται χωροκοινωνικά, ενώ ταυτόχρονα, η υποβάθμιση της επιτείνεται. Τις δεκαετιες 50’-60’ η Ελλάδα μαστίζεται από το φαινόμενο της αστυφιλίας και το κέντρο των Αθηνών γεμίζει ασφυκτικά, από ανθρώπους που φθάνουν από τα χωριά τους προς αναζήτηση καλύτερων συνθηκών εργασίας. Η Ακαδημία προσέλκυσε τα λιγότερο ευνοημένα μεταναστευτικά ρεύματα τόσο εσωτερικούς μετανάστες όσο και μετανάστες ή πρόσφυγες από το εξωτερικό εξαιτίας των ευκαιριών απασχόλησης που προσέφερε. Η εγκατάσταση στην περιοχή αφορούσε αρχικά, κυρίως μεμονωμένα άτομα που ξεκίνησαν για την πόλη αφήνοντας πίσω την οικογένεια τους με μοναδικό κίνητρο την εύρεση εργασίας στις βιομηχανικές ή βιοτεχνικές μονάδες που άρχισαν να πυκνώνουν στην περιοχή.
Τα μεταναστευτικά ρεύματα συνεχίζονται και βασίζονται σχεδόν αποκλειστικά σε οικογενειακά
και τοπικά δίκτυα, που φροντίζουν για την ομαλή εγκατάσταση των φίλων και συντοπιτών τους. Η
Ακαδημία Πλάτωνος αποτέλεσε πρόσφορο έδαφος για
τις ασύμβατες, με την οικιστική ανάπτυξη, χρήσεις, που εξωθούνταν σε μη συνολικά ή οριστικά ενταγμένες
στο σχέδιο πόλεως περιοχές εξαιτίας της φρενήρους οικιστικής ανάπτυξης της Αθήνας. Η περιοχή ήδη από τον 19ο αιώνα πληρούσε ορισμένα κριτήρια εξυπηρέτησης αυτών των χρήσεων καθώς διέθετε φυσικές υποδομές
για τα πρωτοεμφανιζόμενα τότε καμίνια, κεραμοποιεία, σαπουνοποιεία, βυρσοδεψεία κ.λπ. (π.χ : ομαλό έδαφος, γειτνίαση με τον Κηφισό όπου τις μεγάλες βιομηχανίες της δεκαετίας του ’50 και του ’60 καθώς ήταν αφενός στην αγορά της Αθήνας και του Πειραιά. Παρότι το 1952,
με τη ρύθμιση περί επαρχιακής βιομηχανίας, δόθηκαν χρηματικά και φορολογικά κίνητρα με σκοπό την απομάκρυνση των βιομηχανιών και βιοτεχνιών από το κέντρο της πόλης, οι περισσότερες βιοτεχνίες παρέμειναν στην περιοχή. Το 1973 εγκαινιάστηκε η οδός Αθηνών- Λαμίας(επάνω στην κοίτη του Κηφισού), που προσέλκυε την εγκατάσταση των βιοτεχνιών στην περιοχή λόγω της ευκολίας μεταφοράς των προιόντων τους προς Αθήνα αλλά και προς την υπόλοιπη Ελλάδα. Ως αποτέλεσμα, η υποβάθμιση της περιοχής
εντάθηκε, καθώς οι ασύμβατες με την κατοικία χρήσεις διογκώθηκαν. Η βιωσιμότητά τους επωφελείται από
τις δεξιότητες διαχείρισης που αναπτύχθηκαν καθώς ακολουθούν την αγροτική λειτουργίας τους, οφείλεται, έτσι, σημαντικά στο γεγονός εγκατάστασής τους πλησίον της οικίας, που οδηγεί ταυτόχρονα σε εικόνα έντονης μίξης χρήσεων στην περιοχή. Παράλληλα, ο παράγων όχλησης και ρύπανσης ήταν έντονος λόγω της επιφόρτισης της κυκλοφορίας, εφόσον στα όρια της περιοχής υπήρχαν σημαντικοί οδικοί άξονες.
Στην περιοχή παρατηρείται σχεδόν εξ ολοκλήρου ιδιοκατοίκηση, σε μικρά και χαμηλά σπίτια, συχνά με εσωτερικές αυλές. Το φαινόμενο της αντιπαροχής, που μαστίζει την Αθήνα και καταστρέφει τα παλαιότερα κτίσματα, δεν επεκτείνεται ακόμη προς την Ακαδημία Πλάτωνος, κυρίως εξαιτίας της «εξ αδιαιρέτου» ιδιοκτησίας, τον κατακερματισμό των οικοπέδων- με αποτέλεσμα τους χαμηλούς συντελεστές δόμησης, και την αυστηρή αρχαιολογική υπηρεσία της περιοχής.
Η σταδιακή ένταξη της περιοχής στο σχέδιο πόλης,
και η μη εφαρμογή του –ακόμη μέχρι σήμερα σε
μεγάλο μέρος της περιοχής –είχε σαν αποτέλεσμα την έλλειψη κοινόχρηστων χώρων καλού οδικού δικτύου
και κοινόχρηστων δικτύων αποχέτευσης και νερού. Οι κρατικές παρεμβάσεις περιορίστηκαν στην προστασία του αρχαιολογικού υπόγειου πλούτου, και όχι στη διαμόρφωση του χώρου με σκοπό την καλύτερη ποιότητα ζωής των κατοίκων. Συγκεκριμένα, το 1957 με το ΦΕΚ (279/Β/17-10-1957) κηρύσσεται αρχαιολογικός χώρος- αυξάνοντας την ‘εκταση του- το παρακείμενο προς την Ακαδημία Πλάτωνος αγρόκτημα. Ύστερα, το 1968 , με το ΦΕΚ (224/Δ/20-11-1968) επεκτείνεται το σχέδιο πόλης σε όλη τη ζώνη νότια του αρχαιολογικού χώρου καθώς και δυτικά. Για πρώτη φορά η γειτονιά εντάσσεται ολόκληρη στο ρυμοτομικό σχέδιο, ορίζεται συνεχές σύστημα δόμησης και συγκεκριμένοι συντελεστές.
γ. 1974-1990: Περίοδος Μεταπολίτευσης.
Βασικό χαρακτηριστικό στοιχείο της περιόδου αυτής είναι η αποβιομηχάνιση γενικότερα της πόλης αλλά και ειδικότερα της γειτονιάς της Ακαδημίας. Η παρακμή
των βιομηχανιών οφείλεται εν μέρει σε εσωτερική τους αδυναμία να συγκροτηθούν, αλλά κυρίως σε εξωτερικές πολιτικές που ακολουθήθηκαν.
Πιο συγκεκριμένα με τον Π.Δ. 84/84 στα πλαίσια ευρύτερης πολιτικής καθορισμού χρήσεων στο Λεκανοπέδιο Αττικής με στόχο την αποσυμφόρηση των κεντρικών περιοχών, την αντιμετώπιση της ρύπανσης,
την αποκέντρωση των λειτουργιών και την αναβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος γίνεται ο καθορισμός της ζώνης εγκατάστασης βιομηχανικών-βιοτεχνικών μονάδων της Ακαδημίας Πλάτωνος χωρίς όμως να προηγηθεί συστηματική διερεύνηση της διαδικασίας και των αποτελεσμάτων που μια τέτοια κίνηση πιθανά θα επέφερε.
Έτσι, με κύρια αιτιολόγηση το γεγονός ότι οι οχλούσες μονάδες έπρεπε να απομακρυνθούν από περιοχές κατοικίας, οριοθετείται ζώνη ΒΙΟΠΑ η οποία ακολουθείται από διατάγματα αναστολής αδειών εγκατάστασης και λειτουργίας βιομηχανικών και βιοτεχνικών μονάδων
εντός των ορίων κατοικίας, χωρίς να ληφθεί υπόψη πως η απομάκρυνση των χρήσεων θα είχε σοβαρό αντίκτυπο, στη βασική πηγή απασχόλησης των κατοίκων. Πολλές από τις μονάδες θα αναγκαστούν να κλείσουν καθώς η θεσμοθετημένη απομάκρυνσή τους δεν τους επιτρέπεινα αντιμετωπίσουν ούτε το κόστος μετεγκατάστασης ούτε τις επιπτώσεις μιας ριζικής αναδιάρθρωσης
Αυτή η στρατηγική είχε ως συνέπεια τη διευκόλυνση του ανοίγματος των αγορών μετά την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ. Οι μικροεπιχειρήσεις βρίσκονται ανέτοιμες να συντηρηθούν, πόσο μάλλον να ανταγωνιστούν την παγκόσμια αγορά. Οδήγησε επίσης στη μετακίνηση μεγάλου μέρους του άνεργου πλέον πληθυσμού από τον δευτερογενή στον τριτογενή τομέα παραγωγής. Αποτέλεσμα αυτού ήταν η διεύρυνση της μεσαίας τάξης, ενώ το κενό που δημιουργήθηκε σε εργατικό προσωπικό καλύφθηκε από τους νεοαφιχθέντες οικονομικούς μετανάστες.
Ως αποτέλεσμα της βελτίωσης των οικονομικών τους κριτηρίων αλλά και της πολιτικής της αποκέντρωσης, οι πρώτοι κάτοικοι της Ακαδημίας Πλάτωνος μετακομίζουν σε ένα ποσοστό 80% σε καλύτερα και μη κεντρικά προάστια των αυλές συγκεντρώνουν και πάλι τις χαμηλότερες οικονομικές ομάδες στην περιοχή, δηλαδή τους μουσουλμάνους της Θράκης, τσιγγάνους Ρομά και οικονομικούς μετανάστες από τα Βαλκάνια.
Όσον αφορά τον αρχαιολογικό χώρο, το 1979 νέο ΦΕΚ(720/δ/29-12-1979), χαρακτηρίζοντας ως «Άλσος Ακαδημίας Πλάτωνος» τον χώρο περίπου που είναι σήμερα ο Αρχαιολογικός Χώρος τροποποιεί και επεκτείνει το ρυμοτομικό σχέδιο,. Το 1988 το ΦΕΚ (80/Δ/4-2-1988) εγκρίνει το γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο Δήμου Αθηναίων και ο Αρχαιολογικός Χώρος της Ακαδημίας Πλάτωνος αναγνωρίζεται σαν χώρος αστικού πράσινου. Ωστόσο μεγάλο μέρος της έκτασης αυτής είναι κτισμένο και κατοικημένο, και επομένως χρήζει απαλλοτρίωσης.
δ. 1991-2008 Περίοδος αστικής παρεμβατικότητας.
Κατά την περίοδο αυτή, νέα επενδυτικά σχήματα του ιδιωτικού τομέα διεκδικούν δημόσιες εκτάσεις της περιοχής και επιχειρούν να εισάγουν νέες εγκιβωτισμός του Κηφισού για την διοχέτευση των νερών από το ύψος της Νέας την εποχή, το φαινόμενο της αντιπαροχής μετατρέπει αισθητά την γειτονιά, δημιουργώντας φτηνού τύπου διαμερίσματα. Οι αλλαγές αυτές πραγματοποιούνται σε παραλληλία με την κρατική παρέμβαση αναφορικά με το πάρκο του αρχαιολογικού χώρου. Την περίοδο 1991-1993 το κράτος απαλλοτριώνει 150 στρέμματα με σκοπό την ανάδειξη της αρχαίας κληρονομιάς της περιοχής από μετέπειτα σχέδιο. Το 1997 ιδρύεται η ΕΑΧΑ Α.Ε. (Eνοποίηση αρχαιολογικών χώρων και αναπλάσεις) με βασικό μέτοχο το Υπουργείο Πολιτισμού και το Υπουργείο Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Δημοσίων Έργων. Σκοπός της είναι η υλοποίηση ενός προγράμματος ενοποίησης των αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας, μέσα από συγκεκριμένα προγράμματα έργων και παρεμβάσεων. Προωθείται, έτσι, η αναβάθμιση της περιοχής στα όρια του άλσους, ενώ στα πλαίσια μιας ευρύτερης πολιτικής οδηγούμαστε σε μια παρουσιάζεται ως ο βασικός στόχος για την αναβάθμιση της συνοικίας, υποβαθμίζεται η σημασία της εξασφάλισης μιας πιο ισορροπημένης ανάπτυξης. Η προτεραιότητα δεν δίνεται στην αντιμετώπιση κοινωνικών και πολεοδομικών προβλημάτων, στους θύλακες με μικρότερη στρατηγική σημασία ή στις πιο αδύναμες κοινωνικές ομάδες, αλλά στον εξωραϊσμό του τοπίου γύρω από τον αρχαιολογικό χώρο προς ανάπτυξη της τουριστικής βιομηχανίας.
Το 2000 με το ΦΕΚ (393/Β/24-3-2000), επεκτείνονται τα όρια του Αρχαιολογικού Άλσους προκειμένου να συμπεριληφθούν όλες οι μέχρι τότε απαλλοτριωθείσες ιδιοκτησίες. Το 2004 το ΦΕΚ (911/Δ/13-10-2004) καθορίζει χρήσεις γης και ειδικούς όρους και περιορισμούς δόμησης για λόγους προστασίας του Αρχαιολογικού Άλσους της Ακαδημίας Πλάτωνος.
ε. 2008-σήμερα: Περίοδος οικονομικής κρίσης.
Σε αυτή την χρονική περίοδο, η κατάρρευση της μεσαίας τάξης είναι δεδομένη και υλοποιείται σταδιακά. Η αποδυνάμωση της παραγωγικής βάσης της περιοχής σε συνδυασμό με την αύξηση του πληθυσμού στο τομέα των υπηρεσιών και τη μείωση του δευτερογενή, οδηγούν στην επιπλέον υποβάθμιση με μια εικόνα κλειστών καταστημάτων και βιοτεχνικών μονάδων καθώς και πολλών άδειων κελυφών.
Στον τομέα της κατοικίας η δυσκολία αποπληρωμής στεγαστικών δανείων και η φορολογική επιβάρυνση
της λαϊκής μικρο-ιδιοκτησίας δημιουργούν πρόσθετες πιέσεις στα μεσαία και χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα με αποτέλεσμα την μείωση του φαινομένου της ιδιοκατοίκησης, που πλέον παύει να θεωρείται δείγμα ευμάρειας, και την απαξίωση του οικιστικού αποθέματος των μεσαίων και χαμηλότερων στρωμάτων.
Το κλείσιμο των μικρών επιχειρήσεων συντέλεσε στον περιορισμό της αυτοαπασχόλησης. Παράλληλα, οι μεταναστευτικές ροές που συγκεντρώνονταν στην περιοχή για αρκετά χρόνια και στήριζαν την οικονομία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων μετεγκαθίστανται σε άλλες χώρες, λόγω των οικονομικών δυσκολιών, αφήνοντας πίσω εκ νέου άδεια κελύφη.
Παρ’ όλες τις πρωτοβουλίες του κράτους, η εξέλιξη της περιοχής δεν συμβαδίζει με τις ανάγκες
των επιχειρήσεων που έχουν απομείνει, καθώς και με καλύτερη ποιότητα ζωής των κατοίκων, αφού εξακολουθεί να προτείνει παρεμβάσεις εξωραϊστικού χαρακτήρα που εξυπηρετούν μεγάλα ιδιωτικά κεφάλαια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περίπτωση κατασκευής των γραφείων της εταιρείας REDS (Άκτορας)
Οι απόπειρες ανέγερσης του κτηρίου της Νομαρχίας Αθηνών αλλά και η πρόσφατη απόφαση ανέγερσης εμπορικού καταστήματος Mall στο οικόπεδο του πρώην εργοστασίου Μουζάκη το οποίο χρησιμοποιεί τον αρχαιολογικό χώρο ως πίσω αυλή και εμπορικό σήμα αποτελούν άλλα ενδεικτικά παραδείγματα του αναπτυξιακού προτύπου που προωθείται.
Από την άλλη πλευρά διαμορφώνoνται δίκτυα κοινωνικής πρακτικής και παίρνουν θέση με διεκδικήσεις που επηρεάζουν τις εξελίξεις του πολεοδομικού συλλογικές κουζίνες,δωρεάν μαθήματα και προβολές ταινιών,ανταλλακτικό-χαριστικό παζάρι, εκδηλώσεις για το «δημόσιο χώρο κ.α).
- Επίλογος
Από την πρώτη επέκταση της σύγχρονης πόλης στη συνοικία της Ακαδημίας Πλάτωνος μέχρι κι σήμερα,
η περιοχή βρίσκεται σε κρίση. Η γεωχωρική δομή της, παρότι ιδιαίτερα προνομιακή όσον αφορά την εγγύτητά της στην πόλη, στο νερό και τις μεγάλες οδικές αρτηρίες, οδήγησε τελικά σε εντελώς αντίθετα αποτελέσματα.
Στις προηγούμενες ενότητες αναλύθηκαν εν συντομία
οι ιστορικές φάσεις που σμίλεψαν τον χαρακτήρα της περιοχής και οδήγησαν στη σημερινή εικόνα της, όσον αφορά τη χωροκοινωνική του οργάνωση. Η ανάλυση αυτή μας οδηγεί με σαφήνεια σε συγκεκριμένα συμπεράσματα:
Η αρχική κατοίκηση της περιοχής υπήρξε αυθαίρετη και η κοινωνική συγκρότηση των κατοίκων με καθαρά εργατική. Αρχικά το ποτάμι και η σιδηροδρομική γραμμή Αθήνας Πειραιά και στη συνέχεια οι αρτηρίες της οδού Λένορμαν και Αθηνών αποκόπτουν τη γειτονιά από τις γύρω περιοχές.
Ο εργατικός χαρακτήρας παραμένει και ανακυκλώνεται με το πέρασμα των χρόνων, αλλά ο συνδυασμός του με το εργατικό δυναμικό του τριτογενή τομέα είναι αναπόφευγκτο. Η τελική χωρική οργάνωση της περιοχής, είναι περιστασιακή και άναρχη καθόσον μεγάλο τμήμα του πολεοδομικού σχεδίου δεν έχει ακόμα εφαρμοστεί Δεν υπάρχουν παρά ελάχιστοι δημόσιοι χώροι, με εξαίρεση τον αρχαιολογικό, που ήταν και ο μοναδικός χώρος της περιοχής που αντιμετωπίστηκε με πολιτικές και οργανωμένες κινήσεις και αυτό ως ένα βαθμό.
Το οδικό δίκτυο είναι ελλιπές και οι χώροι κοινωφελούς εξυπηρέτησης περιορισμένοι. Τα σημερινά φαινόμενα της κρίσης στην περιοχή είναι απόρροια, συνέχεια και επιστέγαση της όλης εξελικτικής πορείας της μέσα στο χρόνο, είναι ένας συνδυασμός των τοπικών γεωμορφολογικών, κοινωνικών, ,ιστορικών ,δημογραφικών παραγόντων και πολεοδομικών εφαρμογών -στην χρονική τους εξέλιξη – με τις ευρύτερες πολιτικές επιλογές τόσο τοπικού όσο και υπερτοπικού χαρακτήρα οι οποίες υποτάσσονται στα κατά εποχή κυρίαρχα οικονομικά συμφέροντα. Η έλλειψη διαχρονικά συνολικού σχεδιασμού του χώρου με επίκεντρο τη ζωή των κατοίκων του οδηγεί σε ανεξέλεγκτα αποτελέσματα κατοίκησης και διαχείρισης των ποιοτήτων του χώρου που απαιτούν στοχευμένη αντιμετώπιση.
Στην ΒΙΟΠΑ ενυπάρχουν στοιχεία σύγχρονης πολιτιστικής κληρονομιάς που έχουν απαξιωθεί, και θα πρέπει να αποτελέσουν βασικό στοιχείο μιας πιθανής ανάπλασης της περιοχής. Ο συνδυασμός του αρχαιολογικού χώρου με τα βιομηχανικά ερείπια αποτελούν ένα ενδιαφέρον δίπολο ιστορίας, που μπορούν να συνδεθούν δημιουργικά μέσα από τη χρησιμοποίησή τους για την κάλυψη κοινωφελων αναγκών των κατοίκων.
- Βιβλιογραφία
Μπίρης Κ., Αι τοπωνυμίαι της πόλεως των Αθηνών και των περιχώρων, Υπουργείο Πολιτισμού, Αθήνα, 2006.
Μπίρης Κ., Αι Αθήναι: ΑΠΟ ΤΟΥ 19ου ΕΙΣ ΤΟΝ 20ον ΑΙΩΝΑ, Μέλισσα, Αθήνα, 2005.
Τραυλός Ι., Η πολεοδομική εξέλιξις των Αθηνών, Κάπον,
β’ έκδοση, Αθήνα, 2005.
Καρύδης Δ., Τα 7 βιβλία της πολεοδομίας, Παπασωτηρίου, Αθήνα ,2006.
Δελλαδέτσιμας Π.M.,H τρέχουσα δυναμική της ανάπτυξης της Aθήνας: συμβατικό – νέο πρότυπο και έργα υποδομής,στο Γεωγραφίες, τεύχος 7. Αθήνα, 2004. Μαλούτας Θ., Κοινωνικοί και Χωρικοί Μετασχηματισμοί στην Αθήνα του 21ου αιώνα, ΕΚΚΕ, Αθήνα, 2008. Χατζιώτης Κ., Το Μεταξουργείο,Κολωνός, Ακαδημία Πλάτωνος: Γειτονιές της παληάς Αθήνας, Πολιτισμικός Οργανισμός– Αθηναϊκή βιλιοθήκη,Αθήνα, 2005.
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕΔΡΙΩΝ
Πρακτικά του συνεδρίου «Μικρομεσαίες Μεταποιητικές επιχειρήσεις στον ιστό της πόλης», οργανωτές Ε.Μ.Π., Α.Π.Θ., Β.Ε.Α., Β.Ε.Π, Αθήνα 2006.
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ
Παπατριανταφύλλου Ξ.,Οι Μεταλλαγές στη Διάρθρωση των Γειτονιών της Ακαδημίας Πλάτωνος ως ΕγγενήΣτοιχεία της Κοινωνικής και Οικονομικής Αποστέρησης, Ε.ΜΠ., Αθήνα ,2016.
Χαζαπης Α. Οράματα και σχεδιασμοί για την πόλη: Το παράδειγμα της Ακαδημίας Πλάτωνος, Ε.Μ.Π.,Αθήνα,2014.
Ευχαριστίες
Ευχαριστούμε το Σύλλογο Αρχιτεκτόνων Αθηνών για τη δυνατότητα που μας δόθηκε να συμμετάσχουμε στο συνέδριο με τίτλο “ Αττική σε Κρίση”, και συγκεκριμένα την κα Αντωνία Πάνου, για την επιμέλεια του τεύχους μας και τη συνολική υποστήριξή της. Ευχαριστούμε επίσης ιδιαίτερα τον κο Λουκάκη για τις πολυ κατατοπιστικές συμβουλές του και την προθυμία του.